Τι σημαίνει το han στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης han στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του han στο ισπανικά.
Η λέξη han στο ισπανικά σημαίνει είμαι, έχω, παίζομαι, παίζω, είμαι εδώ, είμαι παρών, πηγαίνω, βρίσκομαι, θα γίνει χαμός, -, παίζομαι, μόλις έχει αρχίσει, συνδεδεμένος, δεν προσδοκώ, δεν ελπίζω, θα μπορούσα να, θα ήταν, θα έπρεπε, θα μπορούσε να, δεν έχει τέλος, υποψία, τι να πεις για τα γούστα κπ, -, δεν υπάρχει περιθώριο σφάλματος, καμία ευκαιρία, χωρίς ελπίδα, απαγορεύεται/δεν υπάρχει έξοδος, προικισμένος με κτ, μπουχτίζω, μπαφιάζω, έχω δει καλύτερες μέρες, πρέπει να, -, -, ξέρω ότι δεν πρέπει να, απεβίωσα, έχω επιτύχει κτ, δεν είμαι πια δημοφιλής, τελειώνω, κρύβομαι πίσω από κτ, φτιαγμένος για να κάνει κτ, είχε, είχε, χωρίς διαφυγή, είχα επάρκεια, είχα αρκετά, έτσι είναι γραφτό, επιβράβευση, ανταμοιβή, μετανιώνω για κτ που έκανα, ομολογώ, δεν έχει, ισχυρίζομαι, υποστηρίζω, θα έπρεπε, έχω δρομολόγιο, κάνω δρομολόγιο, εκτελώ δρομολόγιο, φυσάει πολύ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης han
είμαιverbo impersonal (βοηθητικό ρήμα: Συνδέει το υποκείμενο με ένα επίθετο ή ουσιαστικό που το χαρακτηρίζει, π.χ. είμαι, γίνομαι κλπ.) Hay una mujer de 101 años en la casa de enfrente. Στο απέναντι σπίτι είναι μια γυναίκα 101 ετών. |
έχωverbo copulativo (auxiliar) (βοηθητικό ρήμα: Συνδέει το υποκείμενο με ένα επίθετο ή ουσιαστικό που το χαρακτηρίζει, π.χ. είμαι, γίνομαι κλπ.) Hemos ganado la carrera. He estado esperando aquí durante horas. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Έχω χάσει τα κλειδιά μου. |
παίζομαι, παίζω(radio, televisión, teatro) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) ¿Qué hay esta noche? Τι παίζει απόψε; |
είμαι εδώ, είμαι παρών
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) No hay mucha gente hoy. |
πηγαίνω, βρίσκομαιlocución verbal (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) He estado en Roma. Έχω πάει (or: βρεθεί) στη Ρώμη. |
θα γίνει χαμός
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Las vas a pagar cuando tu padre llegue a casa. |
-(ser: pretérito) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) Perdón por gritarte anoche, fue un día largo y estaba cansado. Λυπάμαι που σου έβαλα τις φωνές χτες το βράδυ. Ήταν δύσκολη μέρα στη δουλειά και ήμουν κουρασμένος. |
παίζομαι(figurado) (μεταφορικά, καθομ) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Se juega mucho en el resultado de este concurso, ¡mi reputación, nada menos! Παίζονται πολλά σε αυτό το διαγωνισμό, με πρώτο και καλύτερο τη φήμη μου! |
μόλις έχει αρχίσειlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ya era medianoche, pero la fiesta no había hecho más que empezar. |
συνδεδεμένος(informática) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Para publicar un comentario tienes que haber iniciado sesión. |
δεν προσδοκώ, δεν ελπίζωlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Hay pocas esperanzas de que se pueda empezar producir una vacuna antes de fin de mes. |
θα μπορούσα ναlocución verbal (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Desearía haber podido estar ahí para verlo abrir sus regalos. |
θα ήταν
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Hubiera sido educado decirme que ibas a llegar tarde. |
θα έπρεπεlocución verbal (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Deberías haber hecho lo que te dije. |
θα μπορούσε ναlocución verbal (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
δεν έχει τέλοςlocución verbal (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) No hay fin en la diversión que puedes encontrar en Nueva York. La diversión que puedes encontrar en Nueva York no tiene fin. |
υποψία(μεταφορικά) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Hay razón para creer que el hombre está mintiendo. |
τι να πεις για τα γούστα κπ
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) El gusto no tiene explicación. |
-expresión (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) Με είκοσι πέντε χρόνια εμπειρίας ως πυροσβέστης, ο Ρόμπερτ είναι ειδικός σε θέματα πυρασφάλειας. |
δεν υπάρχει περιθώριο σφάλματος
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) En el diseño de aviones no hay espacio para el error. |
καμία ευκαιρίαlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) No hay forma de que consigas entradas para el partido a esta hora. |
χωρίς ελπίδαlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) No hay salida para él, su enfermedad es muy grave. |
απαγορεύεται/δεν υπάρχει έξοδος
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Esta es una carretera sin salida; tenéis que dar la vuelta y volver. Δεν υπάρχει έξοδος από αυτόν τον δρόμο, είναι αδιέξοδο∙ θα πρέπει κάνετε αναστροφή και να γυρίσετε πίσω. Δεν υπάρχει έξοδος από αυτό τον διάδρομο. |
προικισμένος με κτ
Está dotado de un gran sentido del humor. |
μπουχτίζω, μπαφιάζωlocución verbal (καθομιλουμένη) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) No puedo hacer más este trabajo, ¡ya tuve suficiente! Δεν μπορώ να κάνω άλλο αυτή τη δουλειά, μπούχτισα! |
έχω δει καλύτερες μέρεςlocución verbal (έκφραση) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Parece que tu billetera ha visto mejores tiempos. |
πρέπει να
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Estudiantes, tienen que llegar a las 8 para poder sacar la foto grupal. |
-verbo copulativo (pretérito perfecto) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) He estado estudiando durante tres horas, necesito un descanso. Διαβάζω εδώ και τρεις ώρες. Χρειάζομαι ένα διάλειμμα! Η μητέρα μου είναι γιατρός εδώ και είκοσι χρόνια. |
-verbo transitivo (pretérito perfecto) (Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) He tenido un día tan ocupado que tengo muchas ganas de ir a dormir. Είχα τόσο πολυάσχολη μέρα που θα χαρώ να ξαπλώσω. |
ξέρω ότι δεν πρέπει να
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
απεβίωσαlocución verbal (eufemismo, morir) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) |
έχω επιτύχει κτlocución verbal (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
δεν είμαι πια δημοφιλής
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
τελειώνωlocución verbal (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) No sé bien lo que pasó, cuando llegué ya había terminado todo. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Η μάχη είχε τελειώσει σε λιγότερο από τρεις ώρες. |
κρύβομαι πίσω από κτ(μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) No sabemos las intenciones que hay detrás de sus maniobras. |
φτιαγμένος για να κάνει κτ
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Algunas personas no están hechas para tratar con el público. Μερικοί άνθρωποι δεν το έχουν με τις συναλλαγές με το κοινό. |
είχε(υπερσυντέλικος) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Cuando el tobillo de Gavin se empezó a hinchar, él supo que se lo había roto. |
είχε
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Cuando me crucé con Lucia ella había estado de vacaciones y estaba muy bronceada. |
χωρίς διαφυγή
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) No tenemos escape de la situación en la que estamos. |
είχα επάρκεια, είχα αρκετάlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) No, no podría seguir comiendo, gracias. He tenido de sobra. |
έτσι είναι γραφτό
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ningún hombre en su sano juicio busca la muerte, pero si así ha de ser que sea rápido e indoloro. |
επιβράβευση, ανταμοιβή(για κάτι που έκανα) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Me senté a tomarme una taza de té y una galleta de chocolate como premio por haber terminado las tareas de la casa. Έκανα όλες τις δουλειές του σπιτιού και ως επιβράβευση χαλάρωσα με μια κούπα τσάι και ένα μπισκότο σοκολάτα. |
μετανιώνω για κτ που έκανα
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) El criminal lamentó haber participado del asesinato. |
ομολογώ(ότι/πως έκανα κτ) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Confieso que a menudo me siento frustrado con mi matrimonio. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Ο Τζιμ ομολόγησε πως έκανε χάλια την κουζίνα του γραφείου. |
δεν έχει(con participio) (γ' ενικός) La maestra aún no ha dicho lo que debemos hacer. Ο δάσκαλος δεν μας έχει πει τι να κάνουμε ακόμη. |
ισχυρίζομαι, υποστηρίζωlocución verbal (ότι/πως έχω κάνει κτ) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Weston dice haber inventado un nuevo método para producir cobre. Ο Γουέστον υποστήριξε πως έχει εφεύρει μια νέα μέθοδο για την παραγωγή χαλκού. |
θα έπρεπε(en condicional) (απρόσωπη έκφραση: Δεν έχει συγκεκριμένο υποκείμενο, π.χ. φαίνεται ότι, έχει συννεφιά κλπ.) Debería haber sabido que no puede hacer eso. Θα έπρεπε να ξέρει πως δεν μπορεί να το κάνει αυτό. |
έχω δρομολόγιο, κάνω δρομολόγιο, εκτελώ δρομολόγιο
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Hay servicio de autobús todos los días excepto el domingo. |
φυσάει πολύlocución verbal (αέρας) Habrá tormenta y vientos toda la noche hasta que pase el huracán. |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του han στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του han
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.