Τι σημαίνει το jerk στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης jerk στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του jerk στο Αγγλικά.
Η λέξη jerk στο Αγγλικά σημαίνει τραβάω απότομα, τινάζομαι, πετιέμαι, απότομη κίνηση, κόπανος, βλάκας, τζερκ, καπνιστό κρέας, καπνίζω, λέω, κάνω κάποιον να χάσει το χρόνο του, σπαταλάω το χρόνο κάποιου, τραβάω μαλακία, σηκώνομαι απότομα, σηκώνω απότομα, αυνανίζομαι, ομαδικός αυνανισμός σε κύκλο, αμοιβαίος έπαινος, μαλάκας, αντανακλαστική κίνηση του ποδιού, αντανακλαστική αντίδραση, αυθόρμητη αντίδραση. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης jerk
τραβάω απότομαtransitive verb (pull quickly) Sean jerked the paper out of the printer. Ο Σον τράβηξε απότομα το χαρτί από τον εκτυπωτή. |
τινάζομαι, πετιέμαιintransitive verb (move suddenly) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) The horse jerked out of the way as a snake crawled out of the bushes. Το άλογο τραβήχτηκε απότομα στην άκρη όταν ένα φίδι βγήκε από τους θάμνους. |
απότομη κίνησηnoun (tug, pulling) Paul pulled the axe out of the log with a jerk and got to work. Ο Πωλ έβγαλε το τσεκούρι από το κούτσουρο με ένα απότομο τράβηγμα και άρχισε να δουλεύει. |
κόπανος, βλάκαςnoun (US, informal (rude person) (καθομ, προσβλητικό) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Dan decided not to be friends with Ben, because Ben was a jerk. Ο Νταν αποφάσισε να μην είναι φίλος με τον Μπεν επειδή ο Μπεν ήταν βλάκας. |
τζερκnoun (1960s dance) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) The jerk was a popular dance in the 1960s. |
καπνιστό κρέαςnoun (jerky) The backpackers brought some jerk to eat along the way. |
καπνίζωtransitive verb (make into jerky) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) The hunter jerked some of the venison to preserve it. |
λέω(say) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Fred jerked out breathlessly that someone had just tried to rob him. |
κάνω κάποιον να χάσει το χρόνο του, σπαταλάω το χρόνο κάποιουphrasal verb, transitive, separable (slang (waste time of, deceive) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) I hope Kieran doesn't jerk Fiona around like he did his last girlfriend. |
τραβάω μαλακίαphrasal verb, intransitive (US, vulgar, slang (boy, man: masturbate) (χυδαίο) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Ο άντρας τραβούσε μαλακία βλέποντας μια πορνοταινία. |
σηκώνομαι απότομαphrasal verb, intransitive (rise abruptly) |
σηκώνω απότομαphrasal verb, transitive, separable (UK (raise abruptly) |
αυνανίζομαιphrasal verb, intransitive (UK,figurative (masturbate to orgasm) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) |
ομαδικός αυνανισμός σε κύκλοnoun (vulgar, slang (mutual masturbation) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
αμοιβαίος έπαινοςnoun (pejorative, vulgar, slang (indulgent mutual congratulation) |
μαλάκαςnoun (US, vulgar, slang (contemptible man) (καθομιλουμένη, χυδαίο) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
αντανακλαστική κίνηση του ποδιούnoun (reflex movement of the leg) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) The doctor hit his knee with a mallet to try to induce a knee jerk. |
αντανακλαστική αντίδραση, αυθόρμητη αντίδρασηnoun (unthinking response) (μεταφορικά) I admit my response was a knee-jerk reaction; when I thought about it later I wished I'd never said it. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του jerk στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του jerk
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.