Τι σημαίνει το samtök στο Ισλανδικό;
Ποια είναι η σημασία της λέξης samtök στο Ισλανδικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του samtök στο Ισλανδικό.
Η λέξη samtök στο Ισλανδικό σημαίνει οργανισμός, οργάνωση, σπείρα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης samtök
οργανισμόςnoun (Félagslegt fyrirbæri um sameiginlegt markmið (einn af grunnflokkum hluta á Wikidata) Samkvæmt þeim hemildum, sem vitnað er í hér á undan, hvaða stofnum eða samtök endurspegla hið núverandi stjórnmálakerfi? Σύμφωνα με τις πηγές που παρατέθηκαν παραπάνω, ποιος οργανισμός είναι ο καθρέφτης του τωρινού πολιτικού συστήματος; |
οργάνωσηnoun Vottar Jehóva eru alþjóðleg samtök fólks sem þjónar Guði fúslega. Πρόκειται για μια διεθνή, μη κερδοσκοπική θρησκευτική οργάνωση ανθρώπων που υπηρετούν τον Θεό με την καρδιά τους. |
σπείραnoun |
Δείτε περισσότερα παραδείγματα
Er nú loks komið að því að þessi 47 ára gömlu samtök fái að njóta sannmælis? Μήπως ήρθε τελικά ο καιρός για να δείξει αυτός ο 47χρονος οργανισμός τι μπορεί να κάνει; |
Fjárstuðningur Heimskirkuráðsins við herská, pólitísk samtök í fjölmörgum löndum hefur verið mörgum kirkjuræknum manni mikið áhyggjuefni. Εκείνο που κάνει πολλούς εκκλησιαζόμενους να ανησυχούν σοβαρά είναι οι χρηματικές δωρεές που κάνει το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών σε μαχητικούς πολιτικούς ομίλους πολλών χωρών. |
Þessi undirflokkur verður notaður til að styðja samstarf Evrópusambandsins við alþjóðleg samtök sem starfa í æskulýðsmálum, sérstaklega Evrópuráðið, Sameinuðu þjóðirnar eða sérhæfðar stofnanir á þeirra vegum. Αυή η υπο-Δράση θα χρησιμοποιηθεί για την υποστήριξη της συνεργασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης με διεθνείς οργανισμούς που δραστηριοποιούνται στον τομέα της νεολαίας, και ειδικότερα το Συμβούλιο της Ευρώπης, τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών ή εξειδικευμένα όργανά του. |
Þau samtök beindu athygli sinni að Jerúsalem hið neðra, hér á jörðinni, ekki „Jerúsalem, sem í hæðum er,“ sem er „móðir“ kristna safnaðarins. Εκείνη η οργάνωση σχετιζόταν με την κάτω Ιερουσαλήμ, εδώ στη γη, όχι την «άνω Ιερουσαλήμ», τη «μητέρα» της Χριστιανικής εκκλησίας. |
Á 14. og 15. öld stofnuðu iðnaðarmenn, sem höfðu verkamenn og lærlinga í þjónustu sinni, með sér samtök sem ruddu brautina fyrir stéttarfélög. Η ανάπτυξη των συντεχνιών—που ήταν ενώσεις τεχνιτών οι οποίοι απασχολούσαν εργάτες και μαθητευομένους—του 14ου και 15ου αιώνα άνοιξε το δρόμο για τα συνδικάτα. |
Sjálfstætt starfandi og umdeilanleg samtök. Avεξάρτητη υπηρεσία και αμφισβητoύμεvη. |
Samtök sem eiga að bjarga Terrance og Phillip. Μια οργάνωση για τη διάσωση των Τέρενς και Φίλιπ. |
Ýmsar stofnanir og samtök hafa einnig varað við umhverfisógnum. Διάφορες οργανώσεις κρούουν επίσης τον κώδωνα του κινδύνου σχετικά με τις απειλές για το περιβάλλον. |
Í hjörtum margra koma þessi samtök beinlínis í stað Guðsríkis. Με αυτόν τον τρόπο, στην καρδιά πολλών ανθρώπων, αυτά τα ιδρύματα έχουν πάρει ουσιαστικά τη θέση της Βασιλείας του Θεού! |
Vottar Jehóva eru alþjóðleg samtök fólks sem þjónar Guði fúslega. Πρόκειται για μια διεθνή, μη κερδοσκοπική θρησκευτική οργάνωση ανθρώπων που υπηρετούν τον Θεό με την καρδιά τους. |
4 Varðturninn sagði um orðið „skipulag“ hinn 1. nóvember 1922: „Skipulag er samtök fólks um framkvæmd ákveðinnar áætlunar.“ 4 Το τεύχος της Σκοπιάς 1 Νοεμβρίου 1922 ανέφερε σχετικά με τη λέξη «οργάνωση»: “Οργάνωση είναι ένα άθροισμα ατόμων με σκοπό την εκτέλεση ενός καθορισμένου σχεδίου”. |
Smith forseti aðvaraði Líknarfélagssystur og leiðtoga þeirra er hann sagði að hann vildi ekki „sjá það gerast að Líknarfélagið flykti sér um eða gengi til liðs við önnur samtök stofnuð af konum ... og missti þannig eigið auðkenni. Σμιθ επέστησε την προσοχή των αδελφών τής Ανακουφιστικής Εταιρείας και των ηγετιδών τους, λέγοντας ότι δεν ήθελε «να δει την εποχή όπου οι Ανακουφιστικές Εταιρείες μας θα ακολουθούν ή θα αναμειχθούν και θα χάσουν την ταυτότητά τους, συναναστρεφόμενες τις... οργανώσεις που έχουν δημιουργηθεί από γυναίκες». |
Ég staðfesti hér með að hvorki ég né þau samtök sem ég er löggiltur fulltrúi fyrir eru í neinum þeim aðstæðum sem lýst er hér að ofan og mér er fullljóst hvaða refsingum sem koma fram í reglum um fjármál getur verið beitt ef um rangar yfirlýsingar er að ræða. Βεβαιώνω ότι ούτε εγώ ούτε ο φορέας για τον οποίο ενεργώ ως νόμιμος εκπρόσωπος εμπίπτουμε σε οποιαδήποτε από τις ανωτέρω περιπτώσεις, και ότι έχω λάβει γνώση των κυρώσεων που ορίζονται στην εθνική και κοινοτική νομοθεσία και που μπορούν να εφαρμοστούν σε περίπτωση ψευδούς δήλωσης. |
Þetta eru samtök og þau eru að rannsaka okkur. Αυτή είναι μια οργάνωση και μας παρακολουθεί στενά. |
Öldum saman hafa veriđ samtök í Japan sem hafa fengist viđ leynilega sjálfsvarnarlist og ūađ ađ komast af. Eδώ κι αιώvες στηv Iαπωvία, ζoύσε μια φατpία πoυ είχε αφιεpωθεί στη μυστική τέχvη τής αυτoάμυvας και της επιβίωσης. |
Mér fannst ūetta svolítiđ ķūægilegt ađ samtök um gagnsæi væru ađ biđja mig um ađ skrifa undir einmitt ūess konar skjal sem notađ er til ađ ūagga niđur í uppljķstrurum um allan heim. Αισθάνθηκα αμήχανα, που μια διαφανής οργάνωση, ζητούσε να υπογράψω κάτι τέτοιο... που υπογράφουν μόνο οι πληροφοριοδότες. |
Eftir að hafa kynnt mér alls konar lífsstefnur og samtök komst ég á þá skoðun að lífi mínu væri best varið í að ferðast vítt og breitt til að skoða fegurð jarðarinnar áður en mönnunum tækist að eyðileggja hana. Αφού δοκίμασα διάφορους τρόπους ζωής και εντάχθηκα σε πολλά κινήματα, πείστηκα ότι το καλύτερο που είχα να κάνω ήταν να εξερευνήσω αυτόν τον πανέμορφο πλανήτη προτού τον καταστρέψει ο άνθρωπος. |
Samtök okkar vilja láta handtaka ykkur fyrir að spilla börnum. Πολλές οργανώσεις θέλουν να σας συλλάβουν για διαφθορά της νεολαίας. |
Ūađ eru innlend samtök, held ég. Μια τοπική οργάνωση, νομίζω. |
Mannleg samtök og stofnanir — meira að segja þær sem virðast jafntraustar í sessi og „hin öldnu fjöll“ og „hinar eilífu hæðir“ — verða muldar mélinu smærra. Οι ανθρώπινες οργανώσεις —ακόμη και εκείνες που φαίνονται μόνιμες σαν «τα παντοτινά βουνά» και “τους αιώνιους λόφους”— θα συντριφτούν. |
Hin ūöglu samtök sem héldu ūessari litlu veröld saman voru ákveđin í ađ láta til sín taka. Η σιωπηλή οργάνωση που διασφάλιζ ε την ενότητα αυτού του μικρού κόσμου... ήταν αποφασισμένη να υπερβεί εαυτόν. |
Samtök sem eru virk í ungmennastarfi á evrópska vísu Φορέας που δραστηριοποιείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο στον τομέα της νεολαίας |
Á þeim tíu árum, sem eru liðin síðan bókin kom út, hafa þó mörg samtök vísindamanna hvatt félaga sína eindregið til að gera allt sem í þeirra valdi stendur til að hrekja þá hugmynd að lífið beri þess merki að vera hannað af hugviti. Má þar nefna Bandarísku vísindaakademíuna (National Academy of Sciences) og Bandaríska vísindafélagið (American Association for the Advancement of Science). Και αυτό παρά το γεγονός ότι, στα δέκα χρόνια από την έκδοση του βιβλίου μου, πολλοί επιστημονικοί οργανισμοί, όπως η Εθνική Ακαδημία Επιστημών και η Αμερικανική Εταιρία για την Πρόοδο της Επιστήμης, έχουν απευθύνει επίμονες εκκλήσεις στα μέλη τους να κάνουν ό,τι μπορούν ώστε να αντικρούσουν την άποψη ότι η ζωή παρέχει αποδείξεις ευφυούς σχεδίου. |
Bandarísk samtök, sem annast eftirfæðingarfræðslu fyrir foreldra, benda á að „konur geti ekki hrist þetta af sér frekar en flensu, sykursýki eða hjartveiki“. Όπως επισημαίνει ο οργανισμός Μεταγεννητική Εκπαίδευση για Γονείς, «μια γυναίκα δεν μπορεί να κάνει τίποτα περισσότερο για να συνέλθει από ό,τι θα έκανε αν είχε γρίπη, διαβήτη ή καρδιοπάθεια». |
Myndu þau samtök reynast gæfusamari en Þjóðabandalagið? Θα ήταν πιο πετυχημένος ο οργανισμός αυτός απ’ όσο η Κοινωνία; |
Ας μάθουμε Ισλανδικό
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του samtök στο Ισλανδικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ισλανδικό.
Ενημερωμένες λέξεις του Ισλανδικό
Γνωρίζετε για το Ισλανδικό
Τα ισλανδικά είναι μια γερμανική γλώσσα και η επίσημη γλώσσα της Ισλανδίας. Είναι μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, που ανήκει στον βορειο-γερμανικό κλάδο της ομάδας των γερμανικών γλωσσών. Η πλειοψηφία των ισλανδόφωνων ζει στην Ισλανδία, περίπου 320.000. Περισσότεροι από 8.000 φυσικοί ομιλητές της Ισλανδίας ζουν στη Δανία. Η γλώσσα ομιλείται επίσης από περίπου 5.000 άτομα στις Ηνωμένες Πολιτείες και από περισσότερα από 1.400 άτομα στον Καναδά. Αν και το 97% του πληθυσμού της Ισλανδίας θεωρεί τα ισλανδικά ως μητρική του γλώσσα, ο αριθμός των ομιλητών μειώνεται σε κοινότητες εκτός Ισλανδίας, ιδιαίτερα στον Καναδά.