Τι σημαίνει το sagnorð στο Ισλανδικό;

Ποια είναι η σημασία της λέξης sagnorð στο Ισλανδικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του sagnorð στο Ισλανδικό.

Η λέξη sagnorð στο Ισλανδικό σημαίνει ρήμα, Ρήμα. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης sagnorð

ρήμα

nounneuter

9 Annað hebreskt orð skylt sögninni „að greiða lausnargjald“ er padhah, sagnorð sem merkir í grundvallaratriðum „að kaupa aftur.“
9 Ένας άλλος εβραϊκός όρος σχετικός με τη «λύτρωση» είναι το ρήμα παδάχ που βασικά σημαίνει «απολυτρώνω».

Ρήμα

9 Annað hebreskt orð skylt sögninni „að greiða lausnargjald“ er padhah, sagnorð sem merkir í grundvallaratriðum „að kaupa aftur.“
9 Ένας άλλος εβραϊκός όρος σχετικός με τη «λύτρωση» είναι το ρήμα παδάχ που βασικά σημαίνει «απολυτρώνω».

Δείτε περισσότερα παραδείγματα

Þótt nota megi þetta gríska sagnorð við tæknilegar lýsingar á kappleikjum Grikkja undirstrikar notkun þess í Biblíunni hvatningu Jesú um að leggja sig fram af allri sálu.
Έτσι, μολονότι το ρήμα που περιλαμβάνεται εδώ μπορεί να είναι ένας τεχνικός όρος για τη συμμετοχή στα Ελληνικά αγωνίσματα, υπογραμμίζει τη νουθεσία του Ιησού να ενεργούμε ολόψυχα.
Hebresk sagnorð hafa aðeins tvö grunnform og það form, sem tengist nafni skaparans, „gefur til kynna verknað . . . sem stendur yfir, er að þróast.
Βασικά το εβραϊκό ρήμα έχει μόνο δύο καταστάσεις, και η κατάσταση που χρησιμοποιείται στο όνομα του Δημιουργού «δηλώνει ενέργειες . . . που βρίσκονται σε εξέλιξη.
Í öllum nema 4 af 176 versum þessa sálms nefnir sálmaritarinn ákvæði Jehóva, boð hans, dóma, fyrirheit, fyrirmæli, lög, lögmál, orð, reglur, skipanir og vegi eða sagnorð dregin af þessum orðum.
Από τα 176 εδάφια αυτού του ψαλμού, όλα εκτός από 4 αναφέρονται στις εντολές, στις δικαστικές αποφάσεις, στο νόμο, στις προσταγές, στις διατάξεις, στις υπενθυμίσεις, στα λόγια, στα νομοθετήματα, στις οδούς ή στο λόγο του Ιεχωβά.
Drottinn notar mismunandi sagnorð þegar hann býður okkur: „Komið til mín,“ „fylgið mér,“ „gangið með mér.“
Ο Κύριος μάς προσκαλεί, χρησιμοποιώντας διάφορα ρήματα: «Ελάτε σε μένα», «Ακολούθα με», «Περπάτησε μαζί μου».
Samsvarandi sagnorð merkir „að kynnast til hlítar, að þekkja til hlítar, að þekkja nákvæmlega, þekkja vel.“
Και στη ρηματική της μορφή, σημαίνει «εξοικειώνομαι πλήρως με κάτι, το γνωρίζω τέλεια· γνωρίζω ακριβώς, γνωρίζω καλά».
Þetta sagnorð er komið af stofni sem merkir að hnýta eða binda og er tengd „hvítri svuntu þræla sem var fest við klæðisbeltið . . . og auðkenndi þræla frá frjálsum mönnum; merkingin er því: . . . klæðið ykkur auðmýkt sem þjónustuflík . . . það er, sýnið undirgefni ykkar hver við annan með því að íklæðast auðmýkt.“ — A Greek-English Lexicon of the New Testament eftir J.
Αυτό το ρήμα προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει, δένω κόμπο ή δένω, και η σημασία της έχει σχέση με «το άσπρο μαντήλι ή ποδιά των δούλων, το οποίο δενόταν στο ζωνάρι της φανέλας . . . και ξεχώριζε τους δούλους από τους ελεύθερους πολίτες· έτσι, . . . ντυθείτε με την ταπεινοφροσύνη ως δουλικό σας ένδυμα . . . ή αλλιώς, με το να ντυθείτε την ταπεινοφροσύνη δείξτε την υποταγή σας ο ένας στον άλλο».—A Greek-English Lexicon of the New Testament, J.
Orðabókin The New Bible Dictionary segir: „Gk. orðið fyrir ‚kross‘ (stauros, sagnorð stauroo) merkir í fyrsta lagi uppréttur staur eða bjálki og í öðru lagi staur notaður sem refsi- og aftökutæki.“
Το Νέο Λεξικό τής Βίβλου λέει: «Η λέξη σταυρός (από το ρήμα σταυρόω) σημαίνει κυρίως έναν όρθιο πάσσαλο ή κορμό και, κατά δεύτερο λόγο, έναν πάσσαλο που χρησιμοποιούνταν σαν όργανο για την τιμωρία και την εκτέλεση».
9 Annað hebreskt orð skylt sögninni „að greiða lausnargjald“ er padhah, sagnorð sem merkir í grundvallaratriðum „að kaupa aftur.“
9 Ένας άλλος εβραϊκός όρος σχετικός με τη «λύτρωση» είναι το ρήμα παδάχ που βασικά σημαίνει «απολυτρώνω».

Ας μάθουμε Ισλανδικό

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του sagnorð στο Ισλανδικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ισλανδικό.

Γνωρίζετε για το Ισλανδικό

Τα ισλανδικά είναι μια γερμανική γλώσσα και η επίσημη γλώσσα της Ισλανδίας. Είναι μια ινδοευρωπαϊκή γλώσσα, που ανήκει στον βορειο-γερμανικό κλάδο της ομάδας των γερμανικών γλωσσών. Η πλειοψηφία των ισλανδόφωνων ζει στην Ισλανδία, περίπου 320.000. Περισσότεροι από 8.000 φυσικοί ομιλητές της Ισλανδίας ζουν στη Δανία. Η γλώσσα ομιλείται επίσης από περίπου 5.000 άτομα στις Ηνωμένες Πολιτείες και από περισσότερα από 1.400 άτομα στον Καναδά. Αν και το 97% του πληθυσμού της Ισλανδίας θεωρεί τα ισλανδικά ως μητρική του γλώσσα, ο αριθμός των ομιλητών μειώνεται σε κοινότητες εκτός Ισλανδίας, ιδιαίτερα στον Καναδά.